«Λαέ μη σφίξεις άλλο το ζωνάρι μην έχεις πια την πείνα για καμάρι. Οι αγώνες πούχεις κάνει δεν φελάνε το αίμα το χυμένο εάν δεν ξοφλάνε»
Ι. Καμπανέλης
Μέσα σε μια σκοτεινή πολιτικά περίοδο μόνο η τέχνη δίνει διέξοδο στον πολίτη, που έχει στερηθεί πολλές από τις ελευθερίες του. Η τέχνη σαν διέξοδος και δίαυλος έκφρασης δίνεται στην υπέρτατη μορφή της, σαν μουσική θεατρική παράσταση την περίοδο της Χούντας των συνταγματαρχών από τον συγγραφέα-ποιητή Ιάκωβο Καμπανέλλη και τον συνθέτη Σταύρο Ξαρχάκο. Τριάντα εννέα χρόνια μετά την πρώτη του παρουσίαση, το έργο των δύο κορυφαίων δημιουργών εξακολουθεί και είναι επίκαιρο, μιας και μια άλλη μορφή άλωσης - καταπίεσης μαστίζει και σήμερα τη χώρα.
Το πραξικόπημα της Χούντας των συνταγματαρχών ήταν μια ευκαιρία να αποδείξει περίτρανα, πως ο ελληνικός λαός μπορεί να αντισταθεί με όλα τα μέσα. Οι άνθρωποι των γραμμάτων, του θεάτρου, η νεολαία και η εργατιά ανέπτυξαν μια ποικιλόμορφη αντίσταση στους εντολοδόχους των Αμερικανών. Πέραν από το πολυτεχνείο, που υπήρξε η κορύφωση του αγώνα του ελληνικού λαού, τα ποιήματα, τα θεατρικά, τα τραγούδια και τα συνθήματα εμπνέουν μέχρι σήμερα τους νέους. Το 1973 και ενώ η Χούντα έδειχνε ακόμα πανίσχυρη, ο Κώστας Καζάκος και η Τζένη Καρέζη ανεβάζουν στο θέατρο «ΑΘΗΝΑΙΟΝ» τη θεατρική παράσταση «Το Μεγάλο Μας Τσίρκο». Στο έργο συμμετείχε ο Νίκος Ξυλούρης ερμηνεύοντας τα τραγούδια του Σταύρου Ξαρχάκου, ο Διονύσης Παπαγιανόπουλος, που έπαιζε πολλαπλούς ρόλους, και πολλοί άλλοι .
Το έργο, μέσα από τις κωμικοτραγικές του ιστορίες, στόχο είχε την αφύπνιση του ελληνικού λαού ενάντια στο δικτατορικό καθεστώς, που του είχε επιβληθεί. Οι παραστάσεις ήταν ολοένα και μαζικότερες. Σύντομα η λογοκρισία της Χούντας έβαλε στο στόχαστρο της το έργο «Το Μεγάλο Μας Τσίρκο». Η επιτροπή λογοκρισίας μάταια προσπαθούσε να βρει στοιχεία. Τα κείμενα όμως ήταν αλληγορικά γραμμένα και οι «σπόνδυλοι» δίνονταν στη επιτροπή ανακατεμένοι. Μέσα από σατιρικά και δραματικά νούμερα, αλλά και τραγούδια, γινόταν μια αναδρομή στην ιστορία της Ελλάδας από την Τουρκοκρατία, τον Όθωνα και τους υπόλοιπους κυβερνήτες της ανεξάρτητης Ελλάδας ως την Μικρασιατική καταστροφή και τον πόλεμο του ʽ40 . Ο βασικότερος ήρωας του έργου ήταν ο Θόδωρος Κολοκοτρώνης (Παπαγιανόπουλος), που αλληγορικά ο θεατρικός συγγραφέας τον τοποθετεί στην επανάσταση της 3ης του Σεπτέμβρη 1843, μέσα από τη οποία ο ελληνικός λαός διεκδίκησε Σύνταγμα, και καλούσε τους Έλληνες σε νέο ξεσηκωμό. Οι αναλυτές προσπαθούσαν να βρουν αντικαθεστωτικές εκφράσεις, όμως τα λόγια του Κολοκοτρώνη ήταν υπεράνω κάθε υποψίας.
Η παράσταση «Το Μεγάλο Μας Τσίρκο» είχε μεγάλη απήχηση στο αθηναϊκό κοινό και λόγω της μεγάλης προσέλευσης (περίπου 400 χιλιάδες εισιτήρια) οι παραστάσεις χαρακτηρίστηκαν εκ των υστέρων οι μαζικότερες πολιτικές συγκεντρώσεις διαμαρτυρίας μέχρι το Πολυτεχνείο. Η Χούντα σύντομα κατάλαβε ότι ενέκρινε ένα αντιστασιακό έργο και έβαλε στο στόχαστρο και πάλι την παράσταση. Συνέλαβαν την Τζένη Καρέζη και την άφησαν στην απομόνωση για ένα μήνα. Τον Νοέμβριο του 1973, όταν αποφυλακίστηκε η Καρέζη επέστρεψε στο θέατρο αποφασισμένη και συνέχισε την ίδια ακριβώς παράσταση που έμεινε στην ιστορία. Από «Το Μεγάλο Μας Τσίρκο» οι φοιτητές υιοθέτησαν συνθήματα που ακούγονταν στην παράσταση όπως «ΨΩΜΙ ΠΑΙΔΕΙΑ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ», «ΦΩΝΗ ΛΑΟΥ, ΟΡΓΗ ΘΕΟΥ», τα οποία ακούστηκαν στην εξέγερση του Πολυτεχνείου. Οι Καρέζη, Καζάκος, και Ξυλούρης συμμετείχαν στην εξέγερση. Τρεις μέρες μετά στο σπίτι της Καρέζη και του Καζάκου φιλοξενούνται αρκετοί ηθοποιοί, όπου με κάθε μυστικότητα φτιάχνουν αντίγραφα της ραδιοφωνικής εκπομπής του Πολυτεχνείου. Οι χουντικοί καταφτάνουν στο χώρο και συλλαμβάνουν ξανά την Τζένη Καρέζη. Με την αποφυλάκιση της δεν το βάζει κάτω. Ξανανεβάζει, μαζί με τους υπόλοιπους την παράσταση. Η Χούντα όμως δεν έμεινε με σταυρωμένα τα χέρια. Κάθε βράδυ έστελνε στο θέατρο μυστικούς αστυνομικούς, οι οποίοι σημείωναν τις φράσεις με τις οποίες οι θεατές χειροκροτούσαν. Τότε άρχισε ο πόλεμος νεύρων εναντίον της Καρέζη και του Καζάκου. Μέρα παρά μέρα οδηγούνταν ενώπιον του στρατιωτικού ανακριτή, ο οποίος τους απειλούσε ότι θα τους στείλει για «διακοπές». Τελικά ο Καζάκος και η Καρέζη συλλαμβάνονται. Στη φυλακή δεν βασανίστηκαν σωματικά όσο ψυχικά . Στις 15 του Δεκέμβρη η Καρέζη και Καζάκος αποφυλακίζονται. Στις 22 του ίδιου μήνα οι παραστάσεις ξαναρχίζουν. Στην πρεμιέρα οι αστυφύλακες βρίσκονταν στους διαδρόμους όρθιοι και κατασκοπεύουν το κοινό. Στο τέλος της παράστασης βροχή από λουλούδια έπεσε στην σκηνή. Συγκεκριμένα ήταν κόκκινα γαρύφαλλα τα οποία ο κόσμος είχε κρυμμένα. Όταν έπεσε η αυλαία η Καρέζη συγκινημένη ψιθύρισε «ναι, μπορώ να ξανακάνω φυλακή εάν χρειαστεί».
Το «Μεγάλο Μας Τσίρκο» ήταν μια παράσταση σταθμός στην ιστορία. Συνδύαζε καλλιτεχνική αρτιότητα, συναίσθημα, ταλέντο αλλά κυρίως πολιτική αφύπνιση. Το έργο και οι συντελεστές του στάθηκαν απέναντι στο τέρας της δικτατορίας χωρίς κανένα φόβο. Ο κόσμος και αυτός ατρόμητος στήριξε την παράσταση και κατάφερε να την έχει σαν όπλο για την ανατροπή της πανίσχυρης Χούντας. Χωρίς καμία υπερβολή το «Μεγάλο Μας Τσίρκο» συνέβαλε ουσιαστικά στη σπίθα που άναψε τη φλόγα της εξέγερσης. Αποδεικνύεται για ακόμη μια φορά το πόσο μπορεί να επηρεάσει η τέχνη τις συνειδήσεις των ανθρώπων.
Όταν ζήτησαν από τον Ξαρχάκο επανειλημμένα να πει δυο λόγια για την παράσταση εκείνος τελικά εξήγησε ότι δεν ήταν η ειδικότητα του να πει δυο λόγια, αλλά από την πρώτη στιγμή θα μπορούσε να έχει δύο νότες. Η Τζένη Καρέζη μέσα σε αλλά είπε για «Το Μεγάλο Μας Τσίρκο» και τον συγγραφέα, «όλα αυτά θα έπρεπε να ειπωθούν ρωμαίικα, ζεστά. Καθόλου φιλολογικά. Καθόλου εγκεφαλικά. Θά'πρεπε, δηλαδή, να γραφτεί ένα έργο που να έχει μέσα του τους σπόρους της λαϊκής μας τέχνης. Εγχείρημα δύσκολο ,άπιαστο σχεδόν. Χρειαζόμασταν ένα συγγραφέα με ταλέντο, πείρα και γνώση. Απευθυνθήκαμε στον Καμπανέλλη γιατί, εκτός απʼ αυτά, διαθέτει και ένα ακόμα ακριβό στοιχείο. Στα έργα του κτυπάει πυρετικά, σπαρακτικά και γνησία ο σφυγμός αυτής της ράτσας.»
Ο Κώστας Καζάκος, ο δεύτερος πρωταγωνιστής της παράστασης, είπε χαρακτηριστικά : «Όπως στη λαϊκή μας τέχνη,σ υνδυάστηκε κι εδώ το χοντρό γέλιο με τη λεπτότερη σάτιρα και ο σαρκασμός για μια εθνική καρπαζιά με τη δυνατότερη εθνική ανάταση». Ο συγγραφέας του έργου, Ιάκωβος Καμπανέλλης, στο πρόγραμμα της παράστασης αναφέρει, «πριν γράψω ΤΟ ΜΕΓΑΛΟ ΜΑΣ ΤΣΙΡΚΟ είχα πει πολλές φορές, σε πολλές περιστάσεις, ότι ο τόπος μας μοιάζει με τον Κρόνο, το θεό που τρώει τα παιδιά του. Πότε τό΄λεγα θυμωμένος, πότε γελώντας, πότε απλώς για νʼ απαντήσω σε κάτι. Ποτέ όμως δεν το είπα στα αστεία. Το ίδιο σοβαρά έχω πει αρκετές φορές, πως αν κάνεις στα νιάτα σου κάτι σημαντικό πολύ γρήγορα μεταμορφώνεται σε ατομικό προπατορικό αμάρτημα που δεν σʼ αφήνει σε χλωρό κλαρί. Τα παραπάνω δεν μου ήρθαν βέβαια στο νου κοιτάζοντας τα άστρα ή κόβοντας κρίνα του αγρού. Περπατάω πολύ την άσφαλτο, το βλέμμα μου στέκει στο μπόι των συνανθρώπων μου, διαβάζω κάθε μέρα απαραιτήτως εφημερίδα, και η ιστορία είναι ό,τι αγαπώ περισσότερο να διαβάζω. Η σκέψη λοιπόν περί Κρόνου δεν άρχισε σαν θεατρικό εύρημα αλλά σαν εμπειρία που την κουβαλάω εδώ και πολλά χρόνια και που τη μάζεψα κι από την παλιά μας ιστορία, κι από τη νεότερη, κι από τα χρόνια της δικής μου ζωής, από τότε που μπορώ να βλέπω καθαρά ή να μαντεύω τι γίνεται γύρω μου. Ο θεατής, που θα δει την παράσταση, θα ζητήσει να καταλάβει τι ήθελε να πει το έργο, ποιο ήταν το νόημα του. Τίποτα παραπάνω απʼ αυτό, μήπως ο τόπος μας είναι Κρόνος που τρώει τα παιδιά του».
Κλείνοντας, ας κρατήσουμε τα λόγια του ομιλούντος αγάλματος του Κολοκοτρώνη δια στόματος Διονύση Παπαγιανόπουλου προς τον Ρωμιό και το Ρωμιάκι:
Το πραξικόπημα της Χούντας των συνταγματαρχών ήταν μια ευκαιρία να αποδείξει περίτρανα, πως ο ελληνικός λαός μπορεί να αντισταθεί με όλα τα μέσα. Οι άνθρωποι των γραμμάτων, του θεάτρου, η νεολαία και η εργατιά ανέπτυξαν μια ποικιλόμορφη αντίσταση στους εντολοδόχους των Αμερικανών. Πέραν από το πολυτεχνείο, που υπήρξε η κορύφωση του αγώνα του ελληνικού λαού, τα ποιήματα, τα θεατρικά, τα τραγούδια και τα συνθήματα εμπνέουν μέχρι σήμερα τους νέους. Το 1973 και ενώ η Χούντα έδειχνε ακόμα πανίσχυρη, ο Κώστας Καζάκος και η Τζένη Καρέζη ανεβάζουν στο θέατρο «ΑΘΗΝΑΙΟΝ» τη θεατρική παράσταση «Το Μεγάλο Μας Τσίρκο». Στο έργο συμμετείχε ο Νίκος Ξυλούρης ερμηνεύοντας τα τραγούδια του Σταύρου Ξαρχάκου, ο Διονύσης Παπαγιανόπουλος, που έπαιζε πολλαπλούς ρόλους, και πολλοί άλλοι .
Το έργο, μέσα από τις κωμικοτραγικές του ιστορίες, στόχο είχε την αφύπνιση του ελληνικού λαού ενάντια στο δικτατορικό καθεστώς, που του είχε επιβληθεί. Οι παραστάσεις ήταν ολοένα και μαζικότερες. Σύντομα η λογοκρισία της Χούντας έβαλε στο στόχαστρο της το έργο «Το Μεγάλο Μας Τσίρκο». Η επιτροπή λογοκρισίας μάταια προσπαθούσε να βρει στοιχεία. Τα κείμενα όμως ήταν αλληγορικά γραμμένα και οι «σπόνδυλοι» δίνονταν στη επιτροπή ανακατεμένοι. Μέσα από σατιρικά και δραματικά νούμερα, αλλά και τραγούδια, γινόταν μια αναδρομή στην ιστορία της Ελλάδας από την Τουρκοκρατία, τον Όθωνα και τους υπόλοιπους κυβερνήτες της ανεξάρτητης Ελλάδας ως την Μικρασιατική καταστροφή και τον πόλεμο του ʽ40 . Ο βασικότερος ήρωας του έργου ήταν ο Θόδωρος Κολοκοτρώνης (Παπαγιανόπουλος), που αλληγορικά ο θεατρικός συγγραφέας τον τοποθετεί στην επανάσταση της 3ης του Σεπτέμβρη 1843, μέσα από τη οποία ο ελληνικός λαός διεκδίκησε Σύνταγμα, και καλούσε τους Έλληνες σε νέο ξεσηκωμό. Οι αναλυτές προσπαθούσαν να βρουν αντικαθεστωτικές εκφράσεις, όμως τα λόγια του Κολοκοτρώνη ήταν υπεράνω κάθε υποψίας.
Η παράσταση «Το Μεγάλο Μας Τσίρκο» είχε μεγάλη απήχηση στο αθηναϊκό κοινό και λόγω της μεγάλης προσέλευσης (περίπου 400 χιλιάδες εισιτήρια) οι παραστάσεις χαρακτηρίστηκαν εκ των υστέρων οι μαζικότερες πολιτικές συγκεντρώσεις διαμαρτυρίας μέχρι το Πολυτεχνείο. Η Χούντα σύντομα κατάλαβε ότι ενέκρινε ένα αντιστασιακό έργο και έβαλε στο στόχαστρο και πάλι την παράσταση. Συνέλαβαν την Τζένη Καρέζη και την άφησαν στην απομόνωση για ένα μήνα. Τον Νοέμβριο του 1973, όταν αποφυλακίστηκε η Καρέζη επέστρεψε στο θέατρο αποφασισμένη και συνέχισε την ίδια ακριβώς παράσταση που έμεινε στην ιστορία. Από «Το Μεγάλο Μας Τσίρκο» οι φοιτητές υιοθέτησαν συνθήματα που ακούγονταν στην παράσταση όπως «ΨΩΜΙ ΠΑΙΔΕΙΑ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ», «ΦΩΝΗ ΛΑΟΥ, ΟΡΓΗ ΘΕΟΥ», τα οποία ακούστηκαν στην εξέγερση του Πολυτεχνείου. Οι Καρέζη, Καζάκος, και Ξυλούρης συμμετείχαν στην εξέγερση. Τρεις μέρες μετά στο σπίτι της Καρέζη και του Καζάκου φιλοξενούνται αρκετοί ηθοποιοί, όπου με κάθε μυστικότητα φτιάχνουν αντίγραφα της ραδιοφωνικής εκπομπής του Πολυτεχνείου. Οι χουντικοί καταφτάνουν στο χώρο και συλλαμβάνουν ξανά την Τζένη Καρέζη. Με την αποφυλάκιση της δεν το βάζει κάτω. Ξανανεβάζει, μαζί με τους υπόλοιπους την παράσταση. Η Χούντα όμως δεν έμεινε με σταυρωμένα τα χέρια. Κάθε βράδυ έστελνε στο θέατρο μυστικούς αστυνομικούς, οι οποίοι σημείωναν τις φράσεις με τις οποίες οι θεατές χειροκροτούσαν. Τότε άρχισε ο πόλεμος νεύρων εναντίον της Καρέζη και του Καζάκου. Μέρα παρά μέρα οδηγούνταν ενώπιον του στρατιωτικού ανακριτή, ο οποίος τους απειλούσε ότι θα τους στείλει για «διακοπές». Τελικά ο Καζάκος και η Καρέζη συλλαμβάνονται. Στη φυλακή δεν βασανίστηκαν σωματικά όσο ψυχικά . Στις 15 του Δεκέμβρη η Καρέζη και Καζάκος αποφυλακίζονται. Στις 22 του ίδιου μήνα οι παραστάσεις ξαναρχίζουν. Στην πρεμιέρα οι αστυφύλακες βρίσκονταν στους διαδρόμους όρθιοι και κατασκοπεύουν το κοινό. Στο τέλος της παράστασης βροχή από λουλούδια έπεσε στην σκηνή. Συγκεκριμένα ήταν κόκκινα γαρύφαλλα τα οποία ο κόσμος είχε κρυμμένα. Όταν έπεσε η αυλαία η Καρέζη συγκινημένη ψιθύρισε «ναι, μπορώ να ξανακάνω φυλακή εάν χρειαστεί».
Το «Μεγάλο Μας Τσίρκο» ήταν μια παράσταση σταθμός στην ιστορία. Συνδύαζε καλλιτεχνική αρτιότητα, συναίσθημα, ταλέντο αλλά κυρίως πολιτική αφύπνιση. Το έργο και οι συντελεστές του στάθηκαν απέναντι στο τέρας της δικτατορίας χωρίς κανένα φόβο. Ο κόσμος και αυτός ατρόμητος στήριξε την παράσταση και κατάφερε να την έχει σαν όπλο για την ανατροπή της πανίσχυρης Χούντας. Χωρίς καμία υπερβολή το «Μεγάλο Μας Τσίρκο» συνέβαλε ουσιαστικά στη σπίθα που άναψε τη φλόγα της εξέγερσης. Αποδεικνύεται για ακόμη μια φορά το πόσο μπορεί να επηρεάσει η τέχνη τις συνειδήσεις των ανθρώπων.
Όταν ζήτησαν από τον Ξαρχάκο επανειλημμένα να πει δυο λόγια για την παράσταση εκείνος τελικά εξήγησε ότι δεν ήταν η ειδικότητα του να πει δυο λόγια, αλλά από την πρώτη στιγμή θα μπορούσε να έχει δύο νότες. Η Τζένη Καρέζη μέσα σε αλλά είπε για «Το Μεγάλο Μας Τσίρκο» και τον συγγραφέα, «όλα αυτά θα έπρεπε να ειπωθούν ρωμαίικα, ζεστά. Καθόλου φιλολογικά. Καθόλου εγκεφαλικά. Θά'πρεπε, δηλαδή, να γραφτεί ένα έργο που να έχει μέσα του τους σπόρους της λαϊκής μας τέχνης. Εγχείρημα δύσκολο ,άπιαστο σχεδόν. Χρειαζόμασταν ένα συγγραφέα με ταλέντο, πείρα και γνώση. Απευθυνθήκαμε στον Καμπανέλλη γιατί, εκτός απʼ αυτά, διαθέτει και ένα ακόμα ακριβό στοιχείο. Στα έργα του κτυπάει πυρετικά, σπαρακτικά και γνησία ο σφυγμός αυτής της ράτσας.»
Ο Κώστας Καζάκος, ο δεύτερος πρωταγωνιστής της παράστασης, είπε χαρακτηριστικά : «Όπως στη λαϊκή μας τέχνη,σ υνδυάστηκε κι εδώ το χοντρό γέλιο με τη λεπτότερη σάτιρα και ο σαρκασμός για μια εθνική καρπαζιά με τη δυνατότερη εθνική ανάταση». Ο συγγραφέας του έργου, Ιάκωβος Καμπανέλλης, στο πρόγραμμα της παράστασης αναφέρει, «πριν γράψω ΤΟ ΜΕΓΑΛΟ ΜΑΣ ΤΣΙΡΚΟ είχα πει πολλές φορές, σε πολλές περιστάσεις, ότι ο τόπος μας μοιάζει με τον Κρόνο, το θεό που τρώει τα παιδιά του. Πότε τό΄λεγα θυμωμένος, πότε γελώντας, πότε απλώς για νʼ απαντήσω σε κάτι. Ποτέ όμως δεν το είπα στα αστεία. Το ίδιο σοβαρά έχω πει αρκετές φορές, πως αν κάνεις στα νιάτα σου κάτι σημαντικό πολύ γρήγορα μεταμορφώνεται σε ατομικό προπατορικό αμάρτημα που δεν σʼ αφήνει σε χλωρό κλαρί. Τα παραπάνω δεν μου ήρθαν βέβαια στο νου κοιτάζοντας τα άστρα ή κόβοντας κρίνα του αγρού. Περπατάω πολύ την άσφαλτο, το βλέμμα μου στέκει στο μπόι των συνανθρώπων μου, διαβάζω κάθε μέρα απαραιτήτως εφημερίδα, και η ιστορία είναι ό,τι αγαπώ περισσότερο να διαβάζω. Η σκέψη λοιπόν περί Κρόνου δεν άρχισε σαν θεατρικό εύρημα αλλά σαν εμπειρία που την κουβαλάω εδώ και πολλά χρόνια και που τη μάζεψα κι από την παλιά μας ιστορία, κι από τη νεότερη, κι από τα χρόνια της δικής μου ζωής, από τότε που μπορώ να βλέπω καθαρά ή να μαντεύω τι γίνεται γύρω μου. Ο θεατής, που θα δει την παράσταση, θα ζητήσει να καταλάβει τι ήθελε να πει το έργο, ποιο ήταν το νόημα του. Τίποτα παραπάνω απʼ αυτό, μήπως ο τόπος μας είναι Κρόνος που τρώει τα παιδιά του».
Κλείνοντας, ας κρατήσουμε τα λόγια του ομιλούντος αγάλματος του Κολοκοτρώνη δια στόματος Διονύση Παπαγιανόπουλου προς τον Ρωμιό και το Ρωμιάκι:
«Για ακούτε, βρε τωρινοί Έλληνες, εμείς οι παλαιοί, όσο ζούσαμε, πολλά επικραθήκαμε και αδικηθήκαμε. Μην αφήνετε τους σπεκουλαδόρους να κάνουνε τους πεθαμένους πολεμιστές κάλπικη μονέδα για να σας πουλάν και να σας αγοράζουν. Κι αν θέτε στʼ αλήθεια να τιμήσετε εμάς τους παλιούς, μη μας τηράνε πλέον. Κάμετε τον δικό σας δρόμο, πάτε μπροστά και λησμονήστε μας! Μη σας λένε πως εμείς αγράμματοι, μʼ ένα ξεροκόμματο και με την πίστη στον Χριστό κάναμε θάματα! Πού ʼσαι, ορέ Καραϊσκάκη, να τα πεις καλύτερα! Εμείς επολεμήσαμε για να ʼχετε σεις τα γράμματα και το ψωμί που δεν είχαμε και να μη χρειάζεστε θάματα για να ζήσετε ζωή ανθρωπινή... Έι, Παπαφλέσσα, σήκω και έλα βοήθα. Αφήστε τον δικό μας αγώνα και κοιτάτε τον δικό σας... Οι πεθαμένοι με τα πεθαμένα και οι ζωντανοί με τα ζωντανά».
Το μεγάλο μας τσίρκο
Νίκος Ξυλούρης και Τζένη Καρέζη και Χορωδία
Το μεγάλο μας τσίρκο
Νίκος Ξυλούρης και Τζένη Καρέζη και Χορωδία
Μεγάλα νέα φέρνω από κει πάνω
περίμενε μια στάλα ν’ ανασάνω
και να σκεφτώ αν πρέπει να γελάσω,
να κλάψω, να φωνάξω, ή να σωπάσω.
Οι βασιλιάδες φύγανε και πάνε
και στο λιμάνι τώρα, κάτω στο γιαλό,
οι σύμμαχοι τους στέλνουν στο καλό.
Καθώς τα μαγειρέψαν και τα φτιάξαν
από ξαρχής το λάκκο τους εσκάψαν
κι από κοντά οι μεγάλοι μας προστάτες,
αγάλι αγάλι εγίναν νεκροθάφτες
και ποιος πληρώνει πάλι τα σπασμένα
και πώς να ξαναρχίσω πάλι απ’ την αρχή
κι ας ήξερα τουλάχιστον γιατί.
Το ριζικό μου ακόμα τι μου γράφει
το μελετάνε τρεις μηχανορράφοι.
Θα μας το πουν γραφιάδες και παπάδες
με τούμπανα, παράτες και γιορτάδες.
Το σύνταγμα βαστούν χωροφυλάκοι
και στο παλάτι μέσα οι παλατιανοί
προσμένουν κάτι νέο να φανεί.
Στολίστηκαν οι ξένοι τραπεζίτες,
ξυρίστηκαν οι Έλληνες μεσίτες.
Εφτά ο τόκος πέντε το φτιασίδι,
σαράντα με το λάδι και το ξύδι
κι αυτός που πίστευε και καρτερούσε,
βουβός φαρμακωμένος στέκει και θωρεί
τη λευτεριά που βγαίνει στο σφυρί.
Λαέ μη σφίξεις άλλο το ζωνάρι,
μην έχεις πια την πείνα για καμάρι.
Οι αγώνες πούχεις κάνει δεν φελάνε
το αίμα το χυμένο αν δεν ξοφλάνε.
Λαέ μη σφίξεις άλλο το ζωνάρι,
η πείνα το καμάρι είναι του κιοτή,
του σκλάβου που του μέλλει να θαφτεί.
Πηγή κειμένου: http://noizy.gr
πηγη:http://poetrybar.blogspot.gr/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου