Θέμις Μπαζάκα: «Έχουμε πάθει ολική καθίζηση»
Συνέντευξη στην Ιωάννα Μπλάτσου
Το φετινό μότο του Εθνικού Θεάτρου είναι ο στίχος του Ιωάννη Πολέμη «Τι είναι η πατρίδα μας;». Τι είναι λοιπόν για σας η πατρίδα σας;
Μην είναι οι κάμποι της και τα ψηλά βουνά; Μην είναι τα καμένα μαγαζιά; Μην είναι τα χρεωμένα σπίτια; Μην είναι η κλεμμένη ιστορία; Μην είναι οι φίλοι μου στα ναρκωτικά; Μην είναι το θέατρο χωρίς λεφτά; Κι εγώ μέσα σε όλα αυτά;
Πώς είστε λοιπόν εσείς μέσα σε όλα αυτά που συμβαίνουν σήμερα;
Ζω την παράλογη ευφορία του καλλιτέχνη που ζει σε μια σκληρή εποχή, που τροφοδοτείται καταιγιστικά από αυτά που βλέπει και παράλληλα τα νιώθει όλα σαν παραίσθηση από τη στιγμή που κλείνει πίσω του η πόρτα του θεάτρου. Εδώ και πέντε χρόνια που δουλεύω στο Εθνικό, κατεβαίνω την Πανεπιστημίου έχοντας μοιράσει τουλάχιστον πέντε σάντουιτς σε αστέγους, διασχίζω την Ομόνοια και βλέπω τα ανθρώπινα από τις ουσίες ράκη και λέω από μέσα μου «Θεέ μου!», η ψυχή μου γονατίζει μπροστά στην ανθρώπινη ανημπόρια και μετά μπαίνω στο θέατρο και ο κόσμος γύρω μου αλλάζει. Κι εκεί καταλαβαίνω, κάθε μέρα που κάνω αυτή τη διαδρομή, πως αν δεν είχα το θέατρο, θα ήμουν υποψήφια για τρέλα ή για ναρκωτικά.
Σε μια δύσκολη περίοδο όπως η τωρινή, όταν η οικονομία έχει κρασάρει και η καθημερινότητά μας πιστοποιεί την έλλειψη παιδείας αλλά και οποιασδήποτε πολιτικής ή κοινωνικής συνειδητοποίησης, το θέατρο είναι πολυτέλεια ή ανάγκη;
Είναι ανάγκη, φυσικά. Και για την εποχή και για όλους μας. Πάντα πίστευα και ακόμα περισσότερο τώρα πιστεύω ότι ο λόγος που πάει κανείς στο θέατρο είναι γιατί εκεί δεν είναι μόνος. Κυριολεκτικά και μεταφορικά. Στο θέατρο νιώθω ότι τα πράγματα που με απασχολούν, με τρομάζουν, με εμπνέουν και με διαμορφώνουν δεν αφορούν μόνο εμένα, αλλά και άλλους ανθρώπους. Και από τη στιγμή που μοιράζεσαι πράγματα και δεν νιώθεις μόνος, μπορείς να γίνεις πιο επαναστατικός, πιο δημιουργικός, πιο ανοιχτόμυαλος, πιο δυνατός για να παλέψεις στη ζωή σου. Γιατί η ζωή είναι δύσκολη. Δεν μπορώ να φανταστώ λοιπόν τη ζωή μου χωρίς την τέχνη. Σε τέτοιους δύσκολους καιρούς σαν αυτούς που ζούμε σήμερα, η τέχνη είναι σα μια μορφή αντίστασης, σαν κρυφό σχολειό. Τώρα, περισσότερο από ποτέ, έχω ανάγκη να δω μια συγκροτημένη και συνειδητοποιημένη καλλιτεχνική πρόταση.
Πώς φτάσαμε όμως στο σημείο να έχουμε δυσκολέψει τόσο πολύ την καθημερινότητά μας;
Κάποια στιγμή θελήσαμε να πιστέψουμε φρούδες υποσχέσεις, αφήσαμε περιθώρια στους πολιτικούς χωρίς να τους ελέγχουμε, γίναμε αχόρταγοι, μαλθακοί, βυθιστήκαμε στην κατανάλωση και στην καλοπέραση, φάρδυναν οι κώλοι μας και τώρα τρέχουμε και δεν φτάνουμε. Ίσως ήρθε η ώρα να κάνουμε ανοίγματα στον διπλανό μας, να δημιουργήσουμε μικρές συμμαχίες επιβίωσης και να αρχίσουμε να διεκδικούμε αυτά που μας αξίζουν, αυτά που μας ανήκουν. Πρέπει να σταματήσουμε να μασάμε όλα αυτά που κατά καιρούς μας σερβίρουν. Εγώ είμαι πολύ καχύποπτη απέναντι σε όλους αυτούς που έχουν εξουσία στα χέρια τους. Όταν μας λένε ότι δεν κινδυνεύουν οι τραπεζικοί μας λογαριασμοί, οι συντάξεις μας και οι δουλειές μας, εμείς πρέπει να πιστεύουμε ακριβώς το αντίθετο.
Βλέπετε διέξοδο μέσα από αυτό το τούνελ της κρίσης;
Εγώ είμαι θετικός άνθρωπος. Μπορεί να λυγίσω, να πέσω κάτω, αλλά θα σηκωθώ και θα ξαναπερπατήσω. Αλλά όμως δεν μπορώ να μην ομολογήσω πως αυτή την περίοδο είμαι τρομαγμένη. Ίσως όμως γι’ αυτό, πιο συνειδητοποιημένη. Ακόμα και αν χρειαστεί να παίξω στον δρόμο για να βρεθώ κοντά στους ανθρώπους, θα το κάνω. Και θα το κάνω μέχρι το τέλος της ζωής μου αν χρειαστεί. Και δεν είναι καθόλου κλισέ αυτό που θα σας πω, ότι τα τελευταία χρόνια νιώθω πιο ζωντανή. Κάνω πιο τολμηρά πράγματα. Τώρα τολμώ να πραγματοποιώ τις δικές μου επιθυμίες κι όχι των άλλων. Σαν οι συγκυρίες, η εποχή, να με κλότσησαν να κάνω αυτό που εγώ επιθυμώ και έχω ανάγκη. Κάπως έτσι προέκυψε το project του «Αποχαιρετισμού» το περασμένο καλοκαίρι στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών.
Πώς η κρίση έχει επηρεάσει την καθημερινότητά σας;
Αυτό που με στενοχωρεί πολύ στην παρούσα κατάσταση είναι ότι εγώ που έβγαινα έξω τα βράδια, που πήγαινα συνέχεια σε θέατρα, γκαλερί, κινηματογράφους, εκδηλώσεις, που ζούσα τη μέρα μου έξω από το σπίτι, τώρα όλο αυτό έχει αλλάξει. Δεν μπορώ να βγαίνω έξω στην πόλη μου και να βλέπω τους ανθρώπους τόσο θυμωμένους, τόσο θλιμμένους. Να έχει χαθεί από το πρόσωπό τους η ελπίδα. Δεν το αντέχω. Γιατί αυτό είναι το χειρότερο που μας έχει κάνει αυτή η κρίση: μας έχει κάνει απαισιόδοξους, μας έχει καταβάλει. Στενοχωριέμαι επίσης που η κόρη μου ψάχνει την τύχη της στην Ισπανία. Όμως, απ’ ό,τι μου λέει, οι άνθρωποι εκεί το πολεμάνε το πράγμα. Δεν έχουν αφεθεί. Εδώ σαν να έχουμε πάθει ολική καθίζηση.
Ποιο είναι το δικό σας αντίδοτο στην παθητικότητα της εποχής;
Να είμαι πιο ευρηματική και πιο μαχητική όχι μόνο στην τέχνη μου αλλά και στην καθημερινότητά μου. Δεν ξέρω πόσο θα αντέξω. Αλλά βλέπω κάθε φορά τι φέρνει η κάθε μέρα και ανάλογα ή το πολεμάω ή το απολαμβάνω. Γιατί μέσα σε όλη αυτή τη μαυρίλα συμβαίνουν και όμορφα πράγματα.
Θεωρείτε ότι η στάση σας απέναντι στη ζωή μπορεί και να έχει αλλάξει λόγω ηλικίας;
Η ηλικία, με τη συμβατική έννοια, εμένα δεν μου λέει τίποτα. Μέσα μου νιώθω διαφορετικά κάθε μέρα. Άλλοτε νιώθω 22 κι άλλοτε 100 ετών. Θα έλεγα ότι μάλλον νιώθω ως middle-aged optimist, αισιόδοξη μεσήλικας. Νιώθω πολύ πιο αισιόδοξη από πολλά νέα παιδιά. Ίσως γιατί αυτή η ηλικία με έχει απελευθερώσει από ταμπού και κλισέ. Καταρχάς, από το μυθοποιημένο πάθος του έρωτα. Τι βάσανο πάνω σε κάτι τόσο υπερτιμημένο! Νομίζω ότι η υπερβολή του έρωτα είναι μια κατασκευή του νου. Ίσως είναι το άλλοθι κάποιων για να μην αντιμετωπίσουν τους εαυτούς τους. Μια εν γένει αφελής κατάσταση. Ψυχραιμία, παιδιά! Κοιτάξτε λίγο μέσα σας!
Θα λέγατε ότι το πέρασμα του χρόνου σάς έχει μαλακώσει ή σας έχει σκληρύνει;
Νομίζω τώρα είμαι σε θέση να καταλαβαίνω καλύτερα τους ανθρώπους. Τους παρατηρώ από απόσταση και τους αγαπώ πιο πολύ. Βλέπω πόσο έρμαια είμαστε όλοι μας σε αυτή τη ζωή. Κανείς δεν μας είχε προετοιμάσει γι’ αυτό που ονομάζεται ζωή. Ούτε το σπίτι μας, ούτε η παιδεία μας, ούτε η θρησκεία μας. Βγήκαμε τυφλοί σε αυτή την περιπέτεια και ο καθένας προσπάθησε όπως - όπως να βρει τον βηματισμό του. Άλλοι τον βρήκανε, άλλοι τον έχασαν και χάθηκαν. Νομίζω όμως ότι καλή πυξίδα είναι η τρυφερότητα προς τον Άλλον. Και η προσωπική εργασία του καθενός με τον εαυτό του. Προσωπικά, δεν αφήνομαι πλέον σε παρορμήσεις, στην πρώτη εντύπωση ή αίσθηση. Σκέφτομαι. Και μπαίνω στη θέση των άλλων.
Σε αυτή την πυρακτωμένη πολιτική και κοινωνική συνθήκη που βρίσκεται η Ελλάδα σήμερα, εσείς συμμετέχετε στις «Πυρκαγιές» στο Εθνικό Θέατρο.
Είναι αλήθεια πως έχουμε μπει για τα καλά στον χορό της φωτιάς. Όσον αφορά το έργο του Ουαζντί Μουαουάντ, πρόκειται για ένα κείμενο βαθιά συγκινητικό, αρχετυπικό, σαν αρχαία τραγωδία. Θυμίζει πολύ τον «Οιδίποδα τύραννο». Μιλά όμως σε παροντικό χρόνο για την αγάπη και τη γνώση, για ανθρώπους που φλέγονται σε μια χώρα που φλέγεται.
πηγη:http://topontiki.gr/article/31704
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου