Δευτέρα 26 Δεκεμβρίου 2011

Τζέιμς Τιερέ: Ο διάδοχος "εξ αίματος " του Τσάρλυ Τσάπλιν




 O Τσάρλι Τσάπλιν γεννήθηκε  στις 16 Απριλίου 1889 στο Γουόλγουορθ του Λονδίνου και πέθανε τα Χριστούγεννα του 1977 σε ηλικία 88 ετών. 

 
 Οι γονείς του, και οι δύο από το χώρο της τέχνης, του έμαθαν από πολύ μικρή ηλικία την τέχνη του τραγουδιού και με τη δική τους ενθάρρυνση άρχισε να εμφανίζεται σε θιάσους από πολύ μικρή ηλικία. Στα οχτώ του ήταν ήδη επαγγελματίας ηθοποιός.
Η μητέρα του, γνωστή με το ψευδώνυμο Λίλι Χάρλι, ήταν τραγουδίστρια στο χώρο της κωμικής όπερας. Κατά τη διάρκεια της παράστασης «The Canteen» και λόγω μιας λαρυγγίτιδας, οι θαμώνες του θεάτρου την αποδοκίμασαν και την τραυμάτισαν πετώντας της αντικείμενα. Ήταν η πρώτη παράσταση του πεντάχρονου Τσάπλιν που ανέβηκε στη σκηνή για να τραγουδήσει το γνωστό τότε τραγούδι "Jack Jones".
Η παιδική ηλικία του Τσάρλι Τσάπλιν ήταν ιδιαίτερα δύσκολη κάτι που ανάγκασε αυτόν και τον ετεροθαλή του αδερφό να «μεγαλώσουν» πολύ γρήγορα και να πάρουν τη ζωή στα χέρια τους. Οι γονείς του χώρισαν όταν ήταν τριών ετών. Ο πατέρας του ήταν αλκοολικός και πέθανε όταν ο Τσάπλιν ήταν δέκα ετών. Λίγο πιο πριν, η μητέρα τους κλείστηκε σε άσυλο ανιάτων ψυχικών νοσημάτων.
Ο Τσάρλι Τσάπλιν περιόδευσε για πρώτη φορά στην Αμερική με το θίασο του Φρεντ Κάρνο από το 1910 μέχρι το 1912. Μετά από πέντε μήνες στην Αγγλία, επέστρεψε στα πλαίσια μιας δεύτερης τουρνέ για να παραμείνει για σαράντα και πλέον χρόνια.
Κατά τη διάρκεια αυτής της περιοδείας γνωρίστηκε με τον Άρθουρ Στάνλεϋ Τζέφερσον που αργότερα θα γινόταν γνωστός ως Σταν «ο Λιγνός» Λόρεν από τις ταινίες «Χοντρός και Λιγνός». Ο Τσάπλιν και ο Λόρελ μοιράζονταν το ίδιο δωμάτιο σε μια εστία.
Η δεύτερη περιοδεία του Τσάπλιν με το θίασο του Κάρνο Τρουπέ έτυχε της προσοχής του Μακ Σένετ και της Μέιμπελ Νόρμαντ που διεύθυναν τα στούντιο της Keystone Film Company. Ο Σένετ προσέλαβε τον Τσάπλιν για την ταινία «Making a Living» αλλά η «αναιμική» εμφάνιση του Τσάπλιν τον έριξαν αμέσως μετά θεώρησε ότι έκανε ένα μεγάλο λάθος. Οι περισσότεροι ιστορικοί συμφωνούν ότι η Νόρμαντ ήταν αυτή που έπεισε την Keystone Film Company για μια δεύτερη ευκαιρία.
Η συνεργασία με τη Νόρμαντ, αν και ταραχώδης, ήταν ιδιαίτερα αποδοτική. Μια γυναίκα σκηνοθέτης-συγγραφέας ήταν κάτι που ο Τσάπλιν δυσκολεύτηκε να καταπιεί. Τελικά οι διαφωνίες ξεπεράστηκαν, ο Τσάπλιν έκανε τις πρώτες του ταινίες και οι δύο τους έμειναν φίλοι για πολλά χρόνια μετά την περίοδο «Keystone». 
 Στην περίοδο « Keystone» γεννήθηκε ο Σαρλό. Ο αλητάκος με το κωμικό παρουσιαστικό, τα φαρδιά ρούχα, το χαρακτηριστικό μουστάκι και τις υπερβολικές χειρονομίες κέρδισε το κινηματογραφικό κοινό και σκόρπισε άφθονο γέλιο σε δύσκολους καιρούς. Ο Τσάπλιν σιγά σιγά μετατράπηκε σε αστέρι αναλαμβάνοντας τη σκηνοθεσία και το μοντάζ των ταινιών του.
Ο Σαρλό που αγαπήσαμε λέγονταν Σαρλό μόνο στην Ευρώπη (Γαλλία, Ισπανία, Ανδόρα, Ελλάδα, Ρουμανία, Πορτογαλία και Τουρκία). Στη Λατινική Αμερική (Βραζιλία και Αργεντινή) ήταν ο Καρλίτος ενώ στη Γερμανία ήταν ο Παγαμπόντης. Ένας αγύρτης με τρόπους και αξιοπρέπεια τζέντλεμαν.
Η περίοδος Keystone τελείωσε το 1915 με τη «μεταγραφή» του στα Essanay Studios. Εκεί ανέπτυξε περαιτέρω τα κινηματογραφικά του προσόντα, απέκτησε σχεδόν πλήρη καλλιτεχνικό έλεγχο και έδωσε βάθος στο χαρακτήρα του Σαρλό. Τα φιλμ της Essanay ήταν πιο φιλόδοξα και από πλευράς παραγωγής-κόστους. Η διάρκεια τους ήταν η διπλάσια σχεδόν από τις κωμωδίες της Keystone.
Έχοντας ήδη δημιουργήσει τη δική του εταιρεία ηθοποιών το 1916, ο Τσάπλιν υπέγραψε ένα συμβόλαιο 670 χιλιάδων δολαρίων με τη Mutual Film Corporation για την παραγωγή 12 ταινιών διπλής μπομπίνας. Η δεκαοχτάμηνη αυτή περίοδος είναι η κλασσική περίοδος του βωβού κινηματογράφου με σχεδόν κάθε ταινία να θεωρείται κλασσική: Easy Street, One AM, The Pawnshop και The Adventurer. Η Έντνα Πέρβιανς Purviance ήταν η βασική πρωταγωνίστρια στο πλευρό του Τσάπλιν.
Με την ολοκλήρωση του συμβολαίου το 1917, ο Τσάπλιν συμφώνησε με τη First National για οχτώ επιπλέον ταινίες. Έχοντας τον πλήρη καλλιτεχνικό έλεγχο και περισσότερο χρόνο στη διάθεση του, επικεντρώθηκε περισσότερο στην ποιότητα. Αν και η First National ζήτησε κωμωδίες μικρού μεγέθους ο Τσάπλιν παρέδωσε ταινίες μεγάλου μήκους όπως το Shoulder Arms (1918), The Pilgrim (1923) και το The Kid (Το Χαμίνι). 
Ο Τσάπλιν ήταν γνωστός στους συνεργάτες του για την τελειομανία του. Κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων του Gold Rush, η σκηνή που ο «Μοναχικός Χρυσοθήρας» τρώει τα κορδόνια του γυρίστηκε τόσες φορές που ο Τσάπλιν χρειάστηκε να πάει στο νοσοκομείο από υπερβολική πρόσληψη σακχάρου. Τα κορδόνια ήταν από γλυκόριζα.
Το 1919, ο Τσάπλιν έγινε συνιδρυτής της United Artists μαζί με τη Μαίρη Πίκφορντ, το Ντάγκλας Φέρμπανκς και το Ντέιβιντ Γκρίφιθ σε μια κίνηση των καλλιτεχνών να απαλλαγούν από τους περιορισμούς και τον έλεγχο των διανομέων και των χρηματοδοτών. 
Αυτή η κίνηση εξασφάλισε την καλλιτεχνική του ανεξαρτησία και υπηρέτησε στο διοικητικό συμβούλιο της UA μέχρι τις αρχές του 1950. Υπό τη “σκέπη” της United Artists, o Τσάπλιν θα γυρίσει 9 ακόμα ταινίες από το 1923 έως το 1952.
Οι πολιτικές πεποιθήσεις του Τσάπλιν ήταν ήπια αριστερές. Τα πολιτικά μηνύματα των ταινιών του εμφανίζονται πιο έντονα στη δεκαετία του 1930 με κύριο θέμα αυτό της φτώχιας και της εξαθλίωσης όπως στους «Μοντέρνους Καιρούς».
Η πρώτη ταινία με διαλόγους είναι μια σάτιρα του Αδόλφου Χίτλερ και του Ναζισμού. Στο «Μεγάλο Δικτάτορα», του 1940, έπαιξε το ρόλο του Αντενόιντ Χίνκελ, δικτάτορα της Τομανίας εκφράζοντας τα αντιναζιστικά συναισθήματα του αμερικάνικου λαού ένα χρόνο πριν την είσοδο των Αμερικάνων στο Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Ο Μπενζίνο Ναπαλόνι, δικτάτορας της Βακτηρίας, επίσης, είναι μια σάτιρα του Μπενίτο Μουσολίνι και του φασισμού.
Ο Β’ ΠΠ είναι η αρχή της πιο δύσκολης περιόδου για τον Τσάπλιν. Η συμπρωταγωνίστρια του Τζόαν Μπάρι καταφεύγει στη δικαιοσύνη για την πατρότητα ενός παιδιού που με εξετάσεις αίματος αποδεικνύεται ότι ο Τσάπλιν δεν είναι ο πατέρας. Το δικαστήριο, όμως, αποφασίζει υπέρ της Μπάρι αφού τα τεστ αίματος δεν συμπεριλαμβάνονταν τότε στα πειστήρια μιας δίκης. Η διαμάχη δίνει πρόσχημα για επιπλέον διώξεις. 
Προς το τέλος του πολέμου, η άρνηση του να στηρίξει ανοιχτά την πολεμική προσπάθεια και δύο φιλοκομμουνιστικές (για τα αμερικάνικα δεδομένα) διαλέξεις τον έβαλαν στο στόχαστρο της δικαιοσύνης. Ο εισαγγελέας του απαγγέλει κατηγορίες σύμφωνα με το νόμο Μανν για σωματεμπορία, προαγωγή στην πορνεία και ανηθικότητα. Αν και αθωώνεται λίγα χρόνια αργότερα, η δίκη καταστρέφει για πάντα τη δημόσια του εικόνα. 
Παράλληλα, με την άνοδο του Μακαρθισμού στις ΗΠΑ, ο Τσάπλιν γίνεται στόχος του FBI για τις αριστερές του πεποιθήσεις. Το 1952 και ενώ ήταν στο Λονδίνο για την πρεμιέρα μιας ταινίας, το FBI προσπάθησε να ανακαλέσει την άδεια εισόδου στις ΗΠΑ. Κουρασμένος από τις διώξεις, ο Τσάπλιν παραιτήθηκε από κάθε προσπάθεια επιστροφής δηλώνοντας ότι «για φιλελεύθερα άτομα όπως ο ίδιος, δε συντρέχουν οι συνθήκες για καλλιτεχνική δημιουργία στην Αμερική». 
Ο Τσάπλιν επέστρεψε μετά από 20 χρόνια για την απονομή του βραβείου μουσικής της Ακαδημίας Κινηματογράφου για την ταινία Limelight του 1952. 
Κατά τη διάρκεια της καριέρας του, ο Τσάπλιν κέρδισε ένα μόνο βραβείο Όσκαρ σε ανταγωνιστική κατηγορία αλλά η Ακαδημία Κινηματογράφου τίμησε το έργο και την προσφορά του με τρία τιμητικά βραβεία. 
O Τσάρλι Τσάπλιν παντρεύτηκε τέσσερις φορές και απέκτησε 11 παιδιά, 8 εκ των οποίων με την τέταρτη γυναίκα του την Όνα Ο’ Νηλ, κόρη του Ευγένιου Ο’ Νηλ.
                                                                                                 πηγη:oneman.gr

Τσάρλι Τσάπλιν-The Great Dictator -επιλογή βίντεο ΤΈΧΝΗΣ ΑΝΕΜΟΣ  (πολύ επίκαιρο )

Εικονίδιο ειδοποίησης
Θα πρέπει να έχετε το Adobe Flash Player για να παρακολουθήσετε αυτό το βίντεο. Κάντε λήψη του από την Adobe.

Τζέιμς Τιερέ :ο άξιος διάδοχος και εγγονός


image

 “γνωρίστε μαζί μου σπάνια θηρία που κανείς δεν πρέπει να συναναστρέφεται”

 του Νικόλα Ζώη  

Οι συνειρμοί προκύπτουν αβίαστα. Ακόμα και αν κάποιος αγνοεί ότι ο Τζέιμς Τιερέ έλκει την καταγωγή του από τον Τσάρλι Τσάπλιν, ίσως καταφέρει με μια πιο προσεκτική παρατήρηση να το μαντέψει. Έστω και αδιόρατο, έχει κάτι από τον παππού του, όχι κυρίως στα φυσικά του χαρακτηριστικά, όπωςτα φρύδια και το μέτωπο, αλλά σε αυτό που εκπέμπει. Στον παιχνιδιάρικο τρόπο με τον οποίο δίνει ζωή στο πιο κοινότοπο και ευτελές αντικείμενο. Όταν κάνει μια μάζα από άχυρο να αψηφά τη βαρύτητα ή όταν μεταμορφώνει σκοινιά σε νερό, τσιμέντο ή σε δέντρα. Αλλά και στα «ταχυδακτυλουργικά» του κορμιού του. Ο Τιερέ μπορεί να «φάει» μουσική, να παίξει ξέφρενα παρέα με ένα πάπλωμα ή να περπατήσει στο μπροστινό μέρος της σκηνής, στο κάθετο τμήμα του.
Είναι ταυτόχρονα σόουμαν, ακροβάτης, σχοινοβάτης, μάγος, μίμος, χορευτής, βιολιστής και σκηνοθέτης. Πάνω από όλα είναι ένας περφόρμερ, με οξυμένο το ένστικτο του διασκεδαστή. Αυτό είναι το χαρακτηριστικό που στα μάτια του κοινού τον συνδέει με τον παππού του, ενώ στον ίδιο έδωσε την ώθηση να χαράξει το προσωπικό του δημιουργικό μονοπάτι. Ήταν εξάλλου μόνο τριών χρονών όταν το 1977 πέθανε ο Τσάρλι Τσάπλιν και σήμερα ο Τιερέ, έχοντας πάρει πλέον τον δικό του δρόμο, αμφιβάλλει φυσικά για το αν οι αναμνήσεις από τον παππού του είναι αληθινές ή απλώς τις έχει ακούσει. Πολλοί ίσως να είχαν τρομοκρατηθεί στη θέση του, αυτός όμως όχι. «Καταλαβαίνω», έχει πει σε συνέντευξη του, «ότι αυτό σκέφτονται όλοι, εμένα όμως ποτέ δεν με επηρέασε ουσιαστικά. Αλλιώς δεν θα είχα ξεκινήσει καν. Θα ένιωθα διαρκώς ότι πρέπει να αποδείξω την αξία μου».
Ο Τζέιμς Τιερέ γεννήθηκε στη Λοζάνη το 1974 και η παιδική του ηλικία μόνο συνηθισμένη δεν ήταν. Έμαθε να περπατάει δίπλα σε άγρια ζώα και μέσα σε καμαρίνια. Από την ηλικία των τεσσάρων, μαζί με την τρίχρονη αδερφή του Αουρέλια, εμφανιζόταν σε θέατρα της Ευρώπης και της Αμερικής, υποδυόμενος μια βαλίτσα με πόδια που έτρεχε πάνω-κάτω. Όταν οι συνομήλικοι του έπεφταν από το ποδήλατο, εκείνος εξασκούνταν στα ακροβατικά, στη μουσική, τις ξένες γλώσσες και σε πολλά ακόμα.
Πατέρας του ήταν ο Ζαν-Μπατίστ Τιερέ, ένας ηθοποιός που άφησε την καριέρα του στο γαλλικό θέατρο για να αφοσιωθεί στο βαριετέ και να γίνει κλόουν τσίρκου.
Μητέρα του ήταν η χορεύτρια και σχεδιάστρια Βικτόρια Τσάπλιν. Η Βικτόρια και ο Ζαν-Μπατίστ είχαν γνωριστεί, αγαπηθεί και στη συνέχεια «κλεφτεί» και γύριζαν τον κόσμο με το τσίρκο, παρουσιάζοντας το νούμερο τους. Οι συνθήκες άρχισαν να διαμορφώνουν τον καλλιτεχνικό χαρακτήρα του γιου τους. Αν και ο θίασος των γονιών του επέστρεφε πάντα στη Βουργουνδία, ο ίδιος δεν μεγάλωσε κάπου συγκεκριμένα. Με τον καιρό, την έννοια «σπίτι» έπαιρνε όποιο μέρος τον έκανε να νιώθει άνετα και ξεκούραστα, είτε βρισκόταν στην Ιταλία είτε στην Αυστραλία και την Αγγλία. Όταν το καραβάνι των γονιών του έκανε στάση για λίγες μέρες σε κάποια πόλη, ο Τζέιμς, ενθουσιασμένος με το περιβάλλον του, έμενε πάντα με την αδερφή του σε κάποιο μικρό δωμάτιο κι αυτό του ήταν αρκετό. Όπως είπε πρόσφατα, «το “σπίτι” το “κέντρο”, έμενε πάντα το ίδιο, αλλά μετακινούνταν σε διαφορετικά μέρη. Και η διακόσμηση άλλαζε κάθε φορά που άνοιγες την πόρτα».
Σχολείο πήγαινε όταν επέστρεφε στη Βουργουνδία, για να επιβεβαιώσει ότι οι συμμαθητές του τον έβλεπαν σαν να έπεσε από άλλο πλανήτη. Όταν η τουρνέ έφτανε σε κάποια μεγάλη πόλη, ο Τζέιμς και η αδερφή του έβρισκαν κάποιον δάσκαλο, η μεγαλύτερη επιρροή όμως ήταν οι γονείς του και η δουλειά τους. Οι οποίοι στο μεταξύ είχαν ιδρύσει το Cirque Imaginaire της Βουργουνδίας, το οποίο καινοτόμησε στα τέλη της δεκαετίας του 70 σαν ένα τσίρκο χωρίς εκπαιδευμένα ζώα ή πριονίδι. Ήταν ο πρόδρομος του Cirque Invisible, του Αόρατου Τσίρκου, που θυμούνται από τα τέλη της δεκαετίας του ’80 οι Βρετανοί θεατρόφιλοι και που το 2009 είχε φιλοξενηθεί στην Ελλάδα από το Ελληνικό Φεστιβάλ. Ο Τζέιμς πέρασε τότε από τη ζωή του τσίρκου, από τα ζώα, την τέντα και τους ακροβάτες, σε κάτι πιο θεατρικό. Και όταν πια άρχισε να μεγαλώνει, δεν δυσκολεύτηκε να πάρει την απόφαση του. Έπρεπε είτε να περιφρονήσει την καταγωγή του, ασκώντας ένα βαρετό επάγγελμα, ή να αδράξει τη δική του καλλιτεχνική μοίρα. «Όταν έφτασα στην ηλικία που αρχίζεις να σκέφτεσαι διάφορα πράγματα αυτό που κυριαρχούσε ήταν το θέατρο», θα πει πολύ αργότερα.
Τα πρώτα του βήματα έξω από το προστατευτικό κουκούλι του θιάσου των γονιών του περιλάμβαναν μια εμφάνιση στην ταινία Το βιβλίο του Πρόσπερο του Πίτερ Γκρίναγουεϊ και συνεργασίες με τον Μπενό Μπεσόν και τον Μπομπ Ουίλσον. Σύντομα όμως ο Τιερέ ξαναμπήκε στην τροχιά του θεάτρου και του τσίρκου. Το 1998 ίδρυσε τη δική του θεατρική ομάδα (με την μητέρα του Βικτόρια στο σχεδιασμό των κουστουμιών και των σκηνικών μέχρι σήμερα), την Compagnie de I’Hanneton («Ο θίασος της χρυσόμυγας), την οποία βάφτισε με το παρατσούκλι που του είχαν δώσει ο γονείς του όταν εκείνος έτρεχε γύρω γύρω σαν τρελός.






image


Ο Τζέιμς Τιερέ, στα 36 του χρόνια ,  έχει μαγέψει όλο τον κόσμο με το παράξενο για πολλούς είδος θεάτρου που υπηρετεί.


Σόουμαν, ακροβάτης, σχοινοβάτης, μάγος, μίμος, χορευτής, βιολιστής και σκηνοθέτης.

image
PHOTOS: Richard Haughton

Ο ΡΑΟΥΛ ΣΤΗΝ ΕΡΗΜΙΑ
 

Σκηνή από την παράσταση του Τζέιμς Τεριέ που, πριν ανεβεί στην Αθήνα, είναι ήδη δημοφιλέστατη σε πολλές πόλεις της Ευρώπης. Το ιδιότυπο θέαμα του καλλιτέχνη, τσίρκο, θέατρο και βαριετέ μαζί, ξετυλίγεται σε έναν ερημικό κόσμο, γεμάτο παράξενα πλάσματα.

O Τζέιμς Τιερέ μπορεί να πάρει μια απλή ξύλινη καρέκλα, να τη στριφογυρίσει, να κυλιστεί στο πάτωμα μαζί της χωρίς να επιτρέψει στο λαστιχένιο σώμα του να εκφράσει το παραμικρό παράπονο. Είναι ένα κόλπο που σκαρφίστηκε, όταν μετά από μια πρόβα που δεν είχε πάει και τόσο καλά, άρχισε να αυτοσχεδιάζει προσπαθώντας να ξορκίσει την κακή του διάθεση.



Η πρώτη παραγωγή του το 1998, το La Symphonie du Hanneton, περιόδευσε σε ολόκληρη σχεδόν την Ευρώπη, κερδίζοντας τις επευφημίες των κριτικών και πυροδοτώντας τη φήμη του Τιερέ ως δημιουργού ενός εκθαμβωτικού «ακροβατικού» θεάτρου, εμποτισμένου με ονειρική αισθητική.

To La Veillee des Abysses του 2003 δημιουργήθηκε με αφορμή το βιβλίο The Life of  Bees του Μορίς Μέτερλινκ, που απέδιδε τεράστια σημασία στο αγαπημένο έντομο του συγγραφέα και που ενέπνευσε τον Τιερέ.

Ήταν ένα σόου που άλλαζε κάθε νύχτα, αντανακλώντας, όπως είχε πει ο δημιουργός του, τον τρόπο που έβλεπε και εκείνος τα πράγματα.



Η καθιέρωση, ήρθε με το Au revoir parapluie του 2007. Για μία ακόμη φορά, ο Τιερέ ανάδευε το τσίρκο, το χορό, την παντομίμα, τους κλόουν, τη μαγεία και ένα σωρό άλλα συστατικά σε ένα αλλόκοτο αλλά ιδιοφυές σύνολο. Ήταν ένα σόου «για τη ζωή, την ελπίδα, την απόδραση, την επιμονή», που για μία ακόμη φορά δύσκολα μπορούσε να περιγραφεί σε κάποιον που δεν είχε ξαναδεί δουλειά του δημιουργού του.

Η πρωτοτυπία του σε σχέση με τα προηγούμενα έργα ήταν ότι εδώ οι χαρακτήρες ήταν κάπως πιο ορατοί. Είχαν ταυτότητα, κίνητρα και επιθυμίες, όχι όμως χωρίς να συγκλίνουν σε ένα αποτέλεσμα που, όπως και παλιότερα, συνδύαζε το ολοκληρωτικό χάος επί σκηνής με τον απόλυτο έλεγχο.                                                 πηγη:camerastyloonline.wordpress.com

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου