Παρασκευή 18 Νοεμβρίου 2011

Ο βασιλιάς πέθανε, ζήτω ο βασιλιάς…



                                                     
Πιο πολύ απ’ όλους αυτό το τετραήμερο του ευτελισμού του πολιτικού συστήματος, 7 έως 10 Νοεμβρίου, φαίνεται να εξοργίζονται αυτοί που το είχαν χρόνια τώρα εκθρέψει, αυτοί που το εκμεταλλεύτηκαν, που επωφελήθηκαν από αυτό, το κανάκεψαν και το στήριξαν, γιατί ακριβώς ήταν στήριγμά τους στην εξυπηρέτησης των συμφερόντων τους.
Το αποκαλούν πια ανοιχτά «χρεοκοπημένο», «τελειωμένο», «πανικόβλητο, γιατί καταρρέει και νιώθει να χάνει το έδαφος κάτω από τα πόδια του». Όσο για το πολιτικό προσωπικό που στελεχώνει αυτό το σύστημα, αποφαίνονται –μετρώντας προφανώς τα λόγια τους– ότι «διεθνώς δεν υπάρχει πια κανένας απολύτως σημαντικός ενεργός έλληνας πολιτικός που να διαθέτει αξιοπιστία» (από πρωτοσέλιδο άρθρο του διευθυντή της «Καθημερινής» Αλ. Παπαχελά, 9/11/2011).
Πρόκειται για ένα ποιοτικό άλμα. Μέχρι τώρα, εκείνο που απαιτούσαν οι πάτρωνες του πολιτικού συστήματος, ήταν η συναίνεση των δύο πόλων του δικομματισμού, ώστε να μπορέσουν να ξεπεραστούν οι δυσκολίες χωρίς επικίνδυνη κοινωνική αναταραχή. Τώρα χαρακτηρίζουν το πολιτικό σύστημα ανίκανο και γι’ αυτή τη δουλειά, ακριβώς τη στιγμή που φαίνεται να την αναλαμβάνει –όπως όπως.
Το κάνουν για έναν πάρα πολύ απλό λόγο. Αφού είδαν να πραγματοποιείται με τη βοήθειά του η πιο μεγάλη επίθεση κατά του εισοδήματος και των δικαιωμάτων των εργαζομένων και των λαϊκών στρωμάτων, να εισάγονται οι πιο διαλυτικές για τις εργασιακές σχέσεις, το κοινωνικό κράτος και τις δημόσιες υπηρεσίες «μεταρρυθμίσεις», αντιλαμβάνονται πια ότι έχει εξαντλήσει τη δυναμική του και την ικανότητά του να διαχειρίζεται αποτελεσματικά την αντίδραση, την οργή, την αγανάκτηση των θυμάτων του.
Ο μύθος των θυσιών που είναι αναγκαίες για τη σωτηρία της πατρίδας ακούγεται σαν πρόκληση σε μια κοινωνία με 25% άνεργους, με άλλους τόσους επισφαλώς εργαζόμενους, με έναν στους δύο νέους χωρίς δουλειά, με τις μικρές συντάξεις να γίνονται ακόμα μικρότερες, με το κοινωνικό κράτος να διαλύεται και, κυρίως, το μέλλον να διαγράφεται πιο σκοτεινό ακόμη και για τις ως τώρα ικανοποιημένες «μεσαίες τάξεις».
Η κατάσταση που διαχειρίστηκε προς όφελος των κυρίαρχων τάξεων το πολιτικό σύστημα, έφτασε στο απροχώρητο και ο κίνδυνος της ανεξέλεγκτης έκρηξης είναι προ των πυλών. Τώρα χρειάζεται να απαξιωθεί αυτό το σύστημα, για να μπορέσει ένα άλλο ανανεωμένο εξωτερικά, να συνεχίσει την ίδια πολιτική με ακόμη πιο τρομακτικά αποτελέσματα.
Γι’ αυτό και δεν ακούστηκαν παρά ελάχιστοι έπαινοι για το επίτευγμα της «μεταβατικής» συγκυβέρνησης. Πού καιρός για τέτοια… Επείγει η –ιδεολογική, πολιτική και καθαρά πρακτική-προετοιμασία για το «νέο» πολιτικό σύστημα με ανθρώπους «ακέραιους» και «ικανούς», που «θα κάνουν καλά τη δουλειά τους». Για να μην κινδυνέψει η πολιτική τους, αποτάσσονται τους πολιτικούς τους.
Τα πρώτα βήματα προς αυτή την κατεύθυνση έχουν γίνει από καιρό. Η ΝΔ απέβαλε τη Δημοκρατική Συμμαχία, στο ΠΑΣΟΚ διαμορφώθηκαν η «ομάδα των τριών» και η συσπείρωση των 50 βουλευτών, χώρια η κίνηση Φλωρίδη στις παρυφές του. Από την αριστερά αποστασιοποιήθηκε η ΔΗΜΑΡ, έτοιμη να αξιολογήσει θετικά τις δήθεν επωφελείς και ουδέτερες πολιτικά κυβερνήσεις «τεχνοκρατών» τύπου Παπαδήμου, αλλά και μετεκλογικές παρόμοιου τύπου δοκιμές. Ακόμη και η φασίζουσα ακροδεξιά αποκαθαίρεται, προκειμένου να αξιοποιηθεί στην αναχώνευση.
Τα διάδοχα σχήματα και συνδυασμοί ετοιμάζονται να λάβουν σάρκα και οστά και να αναλάβουν δράση μόλις χρειαστεί. Το αν και πότε θα χρειαστεί, θα εξαρτηθεί από δύο τουλάχιστον πράγματα: την αντίδραση του λαϊκού κινήματος στα «μεταβατικά» πειράματά τους και τη συμπεριφορά του εκλογικού σώματος στις επόμενες εκλογές.
Έτσι κι αλλιώς, όμως, οι σχεδιασμοί αυτοί φαντάζουν κοντόθωροι, γιατί, για να έχουν αποτέλεσμα, χρειάζεται η κατάσταση μέσα στην κοινωνία να πάψει να είναι εκρηκτική. Και για να γίνει αυτό, πρέπει να υπάρξουν απτά δείγματα βελτίωσης της κατάστασης των λαϊκών τάξεων, τη στιγμή που όλα τα δεδομένα επιδεινώνονται, εντείνοντας την αίσθηση αδιεξόδου σε ευρύτατα λαϊκά στρώματα. Η δύναμη της πειθούς του πολιτικού συστήματος μειώνεται. Μένει, βέβαια, η δύναμη της κατασταλτικής βίας, αλλά οι εξουσίες που στηρίζονται κυρίως σ’ αυτήν, ιστορικά ποτέ δεν είχαν καλή πρόγνωση.
Υπάρχει, τέλος, κι ένας ακόμη παράγοντας, που θα επηρεάσει αυτές τις εξελίξεις. Η κατάσταση της αριστεράς. Οι μέχρι τώρα κινήσεις των αστικών πολιτικών δυνάμεων, π.χ. η σύμπηξη συγκυβέρνησης, δείχνουν ότι λειτουργούν χωρίς το φόβο της αριστεράς. Προσέχουν, βέβαια, να μην της αφήνουν ελεύθερο έδαφος. Αντιλαμβάνονται, ωστόσο, ότι πολυδιασπασμένη και ασυνεννόητη δεν αποτελεί σοβαρή απειλή.
Αν η αριστερά αποφάσιζε ν’ αλλάξει τακτική, ίσως αυτή η άνεση των πολιτικών αντιπάλων της αποδεικνυόταν ευνοϊκό στοιχείο για την ίδια…
Χ. Γεωργούλας

Το φάντασμα του τεχνοκράτη
Habemus papam, λοιπόν. Και τι πάπαν, τεχνοκράτη! Δηλαδή, άνθρωπο αποδεδειγμένα ικανό, γνώστη του αντικειμένου του, αποτελεσματικό και, κυρίως, χωρίς εξαρτήσεις από πολιτικές σκοπιμότητες.
Αυτό, λοιπόν, θα πει τεχνοκράτης; Κάτι σαν τους αγγέλους που δεν έχουν φύλο; Άνθρωπος που κάνει αντικειμενικά και απερίσπαστος τη δουλειά του, ουδέτερα, χωρίς προκαταλήψεις;
Ποιες ικανότητες θα έπρεπε να έχει, άραγε, ένας διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος και αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας; Πόσο αντικειμενικά θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει τις γνώσεις του στο ένα ή στο άλλο πόστο; Πόσο ανέγγιχτος από πολιτικές επιλογές και κατευθύνσεις μπορεί να είναι;
Θα μπορούσε να επιλεγεί για τη θέση τού διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος, λίγο πριν την είσοδο στην ευρωζώνη, ένας άνθρωπος που αντιτίθεται στο Μάαστριχτ και την ΟΝΕ, χωρίς να καταλήξει στην παράνοια; Θα μπορούσε να βρίσκεται στην κορυφή του κεντρικού ευρωπαϊκού πιστωτικού ιδρύματος ένας μαρξιστής, έστω ένας κεϊνσιανός, ακόμα και μετριοπαθής ή ακόμα ένας κριτικά διακείμενος απέναντι στον άκρατο νεοφιλελευθερισμό –σε μια εποχή που κυριαρχεί το νεοφιλελεύθερο δόγμα;
Υποθέσεις –ανυπόστατες– κάνουμε. Γιατί είναι μύθος ο πολιτικά ουδέτερος τεχνοκράτης. Η πολιτική και ιδεολογική τοποθέτηση στην όχθη της κυρίαρχης άποψης είναι προϋπόθεση για την ανάδειξη στη θέση του «προσωρινού» πρωθυπουργού.
Δεν θα υπογράψει τη συμφωνία της 26ης Οκτωβρίου ο κ. Παπαδήμος (όπως την υπέγραψε και ο πολιτικά «χρωματισμένος» Γ. Παπανδρέου); Δεν θα εισηγηθεί τους εφαρμοστικούς νόμους που απορρέουν από αυτή; Δεν θα διαχειριστεί την υπόθεση της δανειακής σύμβασης, όπως θα τη διαχειριζόταν ο Γ. Παπανδρέου ή ο Α. Σαμαράς; Έχει δηλώσει ποτέ την αντίθεσή του σε όλα αυτά και δεν το γνωρίζουμε;
Αν όχι, τότε τι απομένει από το μύθο του τεχνοκράτη, που αντιπαρατίθεται στο απορριπτέο πρότυπο του πολιτικού; Ελάχιστα πράγματα, δευτερεύοντα και επουσιώδη. Τόσο που ο αδέσμευτος και πολιτικά απορσδιόριστος a priori τεχνοκράτης να καταντάει φάντασμα.
Habemus, λοιπόν, πρωθυπουργό, αλλά πρωθυπουργό σαν όλους τους άλλους. Και λίγο χειρότερον από τους άλλους: γιατί δεν έχει εκλεγεί, είναι δοτός και μη νομιμοποιημένος, και, επιπλέον, δεν πρόκειται ποτέ να κριθεί –εκ των υστέρων έστω– με την ψήφο του λαού.


Τα σέβη μας, κ. πρόεδρε…
 Την επόμενη φορά που ο κ. Κάρολος Παπούλιας θα παραπονεθεί για την επιτιμητική συμπεριφορά του… χύδην όχλου απέναντί του, ας αναλογιστεί τη στάση του όλες αυτές τις μέρες μετά την 28η Οκτωβρίου 2011.
Αν ήταν στάση που σέβεται το συνταγματικό ρόλο του, το ρόλο του ρυθμιστή –και υπερασπιστή– του δημοκρατικού πολιτεύματος, αν ήταν στάση που σέβεται την αρχή της λαϊκής κυριαρχίας, που επιλέγει την άμεση έκφραση της λαϊκής θέλησης αντί για τα παρασκήνια, αν ήταν στάση που τη διακρίνει διαφάνεια στην άσκηση των συνταγματικών αρμοδιοτήτων του, αν δεν φάνηκε να ενεργεί ως εντολοδόχος ενός υπό παραίτηση πρωθυπουργού κι ενός φιλόδοξου αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης, αν… αν… αν… Κι αν τη βρει άμεμπτη, τότε θα μπορούσαμε κι όλοι εμείς που τον κρίνουμε αυστηρά, να το ξανασκεφτούμε.
Διαφορετικά, όταν βρεθεί ξανά μπροστά στο πλήθος, ας αρκεστεί στην ποιότητα του σεβασμού που και ο ίδιος αποδίδει στο θεσμικό του ρόλο.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου